βλαβερούς

βλαβερούς
βλαβερός
harmful
masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • SUPERSTITIO — Graecis Δεισιδαιμονία, Plutarcho definitur δόξα ἐμπαθὴς καὶ δέος ποιητικὴ ὑπόληψις ενταπεινοῦιτος καὶ συντρίβοντος τῆς ἄνθρωπον, οἰό μενόν τ᾿ εἶναι θεοὺς, εἶναι δὲ λυπηροὺς καὶ βλαβερούς. Nascitur nempe, ab immani divinitatis metu, quu Deum… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • θείωση — η 1. πασπάλισμα φυτών με σκόνη θείου, θειάφισμα 2. καύση διοξειδίου τού θείου είτε για την απολύμανση τών οινοδοχείων και για την απαλλαγή τού γλεύκους από τους βλαβερούς μικροοργανισμούς είτε ως αποχρωματιστικό και ως αντιοξειδωτικό 3. χημ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”